30/3/07

Αναμονή

Πόσες φορές στη ζωή μας δεν έχουμε κάνει το λάθος να δώσουμε ένα περιθώριο στο να συμβούν κάποια πράγματα και μετά από λίγο το μετανιώνουμε. Μετανιώνουμε που αφήσαμε την ευκαιρία τη στιγμή που έπρεπε και αφήσαμε τον χρόνο να παίξει άσχημα παιχνίδια μαζί μας. Μετά από λίγο μας πιάνει η αμφιβολία: ρε λες να μην γίνει τελικά; Μήπως έπρεπε τη δεδομένη στιγμή να αρπάξω την ευκαιρία και να μην αφήσω ηθικούς και άλλους ενδοιασμούς να μπουν εμπόδιο στην επιλογή μου;

Έχει όμως κι η αναμονή – συνήθως για το καλύτερο – και τα θετικά της σημεία: κατ' αρχήν σου αφήνει το περιθώριο να ξανασκεφτείς συμπεριφορές, αξίες, θέλω και τελικά όλη τη θεώρηση που έχεις για κάποια πράγματα. Κατόπιν, παρότι σου προσθέτει μερικούς ακόμη χτύπους στους συνήθεις της καρδιάς (ναι, μια ταχυκαρδία σε πιάνει όταν το σκέφτεσαι) αξίζει τον κόπο γιατί σε κάνει να ονειρεύεσαι: από το τι θες να κάνεις όντας σε αυτές τις νέες συνθήκες που περιμένεις έως το πόσο πολύ θα αλλάξει η ζωή σου γενικότερα. Όπως ίσως καταλάβατε κι εγώ και μερικοί άνθρωποι του φιλικού μου περιβάλλοντος αναμένουμε αλλαγές τόσο στον εργασιακό (κυρίως) τομέα όσο και σε προσωπικό επίπεδο.

Ελπίζω σε όλους να έρθουν όχι μόνο τα επιθυμητά αποτελέσματα αλλά αυτά που θα πάνε τη ζωή μας ένα βήμα πιο μπροστά. Αισιοδοξήστε, στο κάτω κάτω δεν μας το χρωστάει η ζωή, εμείς το χρωστάμε στη ζωή μας. Και θα της δώσουμε αυτό που της αξίζει..

Αφιερωμένο εξαιρετικά στη φίλη Ν.

26/3/07

Επετειακά και φιλικά

Ωραίο σαββατοκύριακο που ήταν αυτό που πέρασε. Σχεδόν ξαφνικά Σάββατο πρωί μου την έδωσε και έφυγα για Εύβοια. Λίγο ο καιρός που ήταν πιο και από Ανοιξιάτικος, λίγο η κακή διάθεση των 2 τελευταίων εβδομάδων, λίγο η παρέλαση που θα έκανε για πρώτη φορά η βαφτιστήρα μου όλα συνηγόρησαν στο να φύγω. Έφτασα λοιπόν γύρω στις 12.30. Ο ήλιος έκαιγε πραγματικά, η θάλασσα λάδι και τι καλύτερο με το που κατεβαίνω ένα τσιπουράκι παραθαλάσσιο; Ο κολλητός κι η κόρη του έφτασαν σε χρόνο dt κι όλα άρχισαν να φαίνονται όμορφα από εδώ και πέρα. Μετά από 2-3 τσιπουράκια και τη διάθεση στα ύψη συνεχίζουμε προς το σπίτι για το μεσημεριανό (σουπιές με τα χόρτα όπως το λεν), και αφού πίνουμε λίγο σπιτικό κρασάκι, λέμε να πάμε για ψάρεμα. Η θάλασσα όνειρο, εγώ στο ρόλο του καπετάνιου κι ο κολλητός να φτιάχνει δολώματα, αγκίστρια και όλα τα σχετικά. Εν μέσω διαφόρων ορολογιών ναυτικού (του στυλ: πήγαινε από σταβέντο όχι από … δε θυμάμαι τη λέξη – αλλά ήταν το ανάποδο σε κατεύθυνση τέλος πάντων) που με άφηναν από άναυδο έως κατουρημένο στα γέλια, φτάσαμε στο σημείο που έπρεπε: ήταν μεταξύ Ευβοίας και Αττικής (σε βάθος πάνω από 60 οργιές, αμ τι δε θα μάθαινα κάτι;) κι αρχίσαμε να πετάμε κάτι σαπισμένες σαρδέλες για να προσελκύσουμε τα κακόμοιρα τα ψαράκια… 3 χρόνια τώρα που το προσπαθώ, ένα κοκοβιό έχω πιάσει, όμως αυτή τη φορά είχα μεγάλη επιτυχία: έπιασα 3-4 μέτρια προς μεγάλα ψάρια διαφόρων ονομάτων (σιγά μην τα θυμάμαι, νόστιμα αποδείχθηκαν πάντως). Συνολικά καμιά 6-7αρια κιλά τα καταφέραμε με διάφορους τρόπους – επίσης μη θέλετε να περιγράψω τι ακριβώς ρίχναμε στο βυθό (όχι δυναμίτη, χλωρίνες και λοιπά ρυπογόνα πάντως). Ευτυχισμένος από την απόλυτη επιτυχία μου και ως ψαράς πήραμε το δρόμο της επιστροφής, ο καιρός είχε όμως άλλα σχέδια: έβγαλε ένα αεράκι ξαφνικό και το βαρκάκι άρχισε να κάνει βουτιές (μαζί και εγώ βρεγμένος σε αρκετά σημεία του σώματος και με ένα πρόβλημα στον κόκκυγα από τις αναταράξεις). Με τα πολλά κι αφού δε θαλασσοπνιγήκαμε βγήκαμε στο λιμανάκι, δέσαμε τη βάρκα και περιχαρείς πήγαμε κατά σπίτι μεριά. Έλα όμως που η διαστροφή κι η όρεξή μας είχαν άλλα σχέδια: μας ορέχτηκε να φάμε home made pizza. Θα αφήναμε τα ψάρια δια την αύριο να πηγαίνει και με την Εθνική μας εορτή. Στα γρήγορα κάναμε από ένα μπανάκι, ψωνίσαμε τα απαραίτητα κι αρχίσαμε την παρασκευή. Ένας το ζυμάρι ο άλλος το ψιλοκόψιμο των υλικών και την σάλτσα τα καταφέραμε με τα πολλά να την φουρνίσουμε. Όλα τα λεφτά όμως ήταν το τσιπουράκι με το μεζέ μπροστά από το τζάκι ενώ την περιμέναμε να γίνει. Κατανοητό γίνεται ότι με το που βγήκε δεν πρόλαβε να κρυώσει και αρχίσαμε να την τρώμε από το ταψί. Το μόνο της πρόβλημα ήταν που είχε μείνει λίγο «έφιλη» η σάλτσα – και για όποιον δεν ξέρει την λέξη σημαίνει αραιή στην τοπική διάλεκτο (δεν γνωρίζω την ορθογραφία καθόλου, ας με βοηθήσει όποιος την έχει ξανακούσει…). Αφού απολαύσαμε την ήττα (τους ρεζίληδες, μέρα που βρήκαμε να την φάμε από τους γειτόνους), μετά από καμιά 10αριά μπυρίτσες και τα στομάχια πρησμένα από το φαΐ είπαμε να ξαπλώσουμε, είχαμε και την παρέλαση την άλλη μέρα.

Νωρίς το πρωί (ε, καλά, όχι και τόσο νωρίς είχε πάει 10 με την καινούργια) κατηφορίσαμε προς την παρέλαση: όλο το χωριό με τα καλά του (εγώ με τζιν καθότι δεν είχα προβλέψει το καθώς πρέπει του θέματος), τα πιτσιρίκια χαρούμενα μες στις στολές τους, τα μεγαλύτερα να κάνουν χαβαλέ με καθηγητές, γονείς, γνωστούς – μια χαρούμενη ατμόσφαιρα γενικά. Η βαφτιστήρα μου άψογη με τη στολή της κατάφερε κι έχασε περί τα τρία μπαλόνια μέχρι να της δέσουμε το τελευταίο στο χέρι (με κίνδυνο να την σηκώσει στον αέρα λόγω έλλειψης βάρους). Είπαμε να κάτσουμε για ένα καφεδάκι αλλά το ήπιαμε τελικά σαν Ιταλοί γιατί είχαμε στο νου μας τη συνέχεια: μας περίμενε ψαρόσουπα σπίτι με όλα τα σχετικά συνοδευτικά. Στην παραλία ούτως ή άλλως δεν υπήρχε καρέκλα ούτε για δείγμα γιατί μετά την παρέλαση όλοι παίρνουν τα καμάρια τους και παραδοσιακά πάνε να ντερλικώσουν μέρα που είναι. Η βεράντα δεν μας κακόπεσε καθόλου όμως, με τον ήλιο να μας βαράει, τα γνωστά τσιπουράκια και μεζεδάκια (χταποδάκι στο κάρβουνο, κλπ) μέχρι να ετοιμαστεί το φαΐ να ανεβάζουν την διάθεση όλο και περισσότερο, όλα ήταν άψογα. Φάγαμε και για μεσημέρι και είπαμε να βγούμε μια βόλτα στην παραλία μιας και θα είχε κόψει η κίνηση στα μαγαζιά κι όλο και κάπου θα βρίσκαμε να καθίσουμε. Καταλήξαμε στο γνωστό ψαροφαγάδικο πίνοντας εκ νέου παρτίδες μπίρας (πρέπει να ήπιαμε συνολικά 2 άτομα καμιά 20αριά τουλάχιστον). Μετά συνεχίσαμε για χωριό ημιορεινό μιας κι ο κολλητός ήθελε κάνα παΐδι να αλλάξει τη γεύση βρε παιδί μου – όλο ψάρι δε λέει. Τελικά αφού φτάσαμε σε ημι – decadence ταβέρνα όπου όλα είχαν ποτίσει από τη μυρωδιά του αρνιού (το χειρότερό μου) τον έπεισα να πιούμε ένα καφεδάκι μιας και θα είχαμε και συνέχεια. Έτσι κι έγινε και είπαμε μετά να πάμε στον γνωστό λόφο με τις βυζαντινές εκκλησιές και την υπέροχη θέα όπου ηρεμεί ο νους οποιουδήποτε και όσο φορτωμένου κι αν είναι ανθρώπου. Το τέλειο ηλιοβασίλεμα, τύφλα να έχει αυτό της Σαντορίνης. Ακολούθως πήγαμε για ελαφριά και σύντομη ξεκούραση σπίτι και μετά πάλι φαγητό (τώρα που το σκέφτομαι 2 μέρες τις πέρασα τρώγοντας και πίνοντας) οικογενειακώς αυτή τη φορά σε περίπου δημιουργικής κουζίνας εστιατόριο. Τίποτα το ιδιαίτερο εκεί, αλλά με καλή παρέα παντού καλά είπαμε ότι είναι. Το καλύτερο όλων ήταν βέβαια οι συζητήσεις και το πόσο καλά νιώσαμε κι εγώ κι ο κολλητός μου. Όταν είμαστε μαζί είναι αυτή η αίσθηση ότι όλα πάνε καλά, τίποτα δεν μας αγγίζει, κάτι σαν να προστατεύει ο ένας τον άλλο. Είναι τελικά η φιλία ένα από τα σπουδαιότερα πράγματα που πρέπει να διαφυλάττουμε στη ζωή μας. Γιατί όλα μαζί τα παραπάνω χάνουν αν δεν γίνονται με τους κατάλληλους ανθρώπους: με κάποιον που θα καλούσαμε «απλά παρέα» θα ήταν συμπαθητικά, με τον άνθρωπο που αγαπάς πραγματικά γίνονται μοναδικά και χαράσσεται η κάθε στιγμή στη μνήμη. Με φορτωμένες τις μπαταρίες, είμαι έτοιμος για μια εβδομάδα που προβλέπεται καυτή σε πολλά επίπεδα, ελπίζω κι η δική μου κι η δική σας να είναι όπως την επιθυμούμε.

Να περνάτε καλά


20/3/07

7 movies

Και για απλή συμμετοχή στις 7 αγαπημένες ταινίες (από το μπαλάκι της αγαπητής jojo) έχουμε και λέμε:
Θυσία & Νοσταλγία του Ταρκόφκσι γιατί ούτως ή άλλως είναι ο πιο αγαπημένος μου σκηνοθέτης - ποιητής του κινηματογράφου












8 1/2 και Νύχτες της Καμπίρια γιατί ο Φελίνι στέκεται ισάξια με τον παραπάνω σε εικαστική σπουδαιότητα και ψυχογράφιση των χαρακτήρων του












Hero γιατί συνδυάζει απίστευτα την εικόνα με την κουλτούρα ενός σπουδαίου λαού

Breakfast at Tiffany's γιατί η Ώντρεϋ Χέμπορν είναι απίστευτα γλυκιά, λαμπερή, εύθραυστη κι όμορφη ταυτόχρονα
Finding Nemo γιατί από την 1η μέχρι την 15η φορά που το έχω δει γελάω και συγκινούμαι το ίδιο
και τόσες άλλες από Άιζεστάϊν και Φ.Λάνγκ έως Μπρουκς, Μόντυ Πάϊθονς και αδελφούς Μάρξ. Τι να πρωτοπείς δηλαδή

19/3/07

Προσπάθειες ανάκαμψης

Όταν είμαι πολύ στεναχωρημένος φροντίζω να κάνω πολλές δουλειές για να ξεχνιέμαι. Έτσι αυτό το Σαββατοκύριακο αναλώθηκε σε όποια οικιακή υπερβολή μπορούσα να φανταστώ: σκούπα, πλυντήριο, σιδέρωμα, μαγείρεμα – τίποτα δεν άφησα απέξω. Και όλα αυτά υπό την άγρυπνη ματιά του σκύλου φύλακα (λέμε τώρα). Η απορία της μέγιστη: συνήθως τα Σ/Κ τα περνάμε χαλαρά με παιχνίδια, βόλτες, πολύ φαί, πολύ ύπνο, τι έγινε ξαφνικά σου λέει κι αυτό; Πέρα από τις δουλειές όμως προσπάθησα να της κάνω λιγότερο εμφανή την έλλειψη του συντρόφου της.

Με κίνδυνο να την κακομάθω (οκ, ακόμη περισσότερο), την εξάντλησα στα χάδια, τις λιχουδιές και την ξάπλα από καναπέ σε κρεβάτι και τούμπλαλιν, πράγματα που είχε στερηθεί δηλαδή τουλάχιστον για δύο χρόνια.

Αν μη τι άλλο η μεγάλη στεναχώρια συνήθως σε καθαρίζει και από πλείστα άλλα συναισθηματικά κατάλοιπα. Έτσι από αυτό το απλό κι εκούσιο "ουφ", που βγαίνει από μόνο του φεύγουν μαζί του πολλά βάρη.

Χαίρομαι που μπορώ να έχω τη δύναμη και το κουράγιο να ξεπερνώ αντιξοότητες στη ζωή μου. Ακόμη χαίρομαι που υπάρχουν άνθρωποι και ζώα που μ’ αγαπούν και τους αγαπώ που με στηρίζουν και τους στηρίζω όταν μπορώ. Ευχαριστώ όλους όσους έστω και με τη σκέψη βρέθηκαν κοντά μου για μια στιγμή. Να ξέρετε ότι θα ανταποδώσω όταν χρειαστεί.

16/3/07

Ramon, ή σημαντικά κι ασήμαντα

Λεν ότι κάθε τέλος είναι μια καινούργια αρχή. Όταν όμως χάνεις ένα πλάσμα που αγαπάς τι είδους αρχή είναι αυτή και για ποια πλευρά; Για αυτόν που φεύγει ή για αυτόν που μένει;

Τρίτη απόγευμα γυρίζοντας από τη δουλειά – και όπως κάθε απόγευμα που γυρίζω από τη δουλειά – η πρώτη μου κίνηση ήταν να δω την αγαπημένη μου εικόνα: δύο κεφαλάκια με όρθια αυτιά, γαλάζια ματάκια κι ουρές που κουνιούνται από χαρά, να περιμένουν πότε θα βγω στη βεράντα να τα χαϊδέψω, να παίξω μαζί τους και να τα ταΐσω. Όμως αυτό το απόγευμα το θέαμα με πάγωσε από μακριά. Ο αρσενικός μου ο Ramon, κειτόταν φανερά ταλαιπωρημένος κι εξαντλημένος βγάζοντας κραυγούλες πόνου ενώ η θηλυκή μου η Tamar ήταν ξαπλωμένη δίπλα του κι όταν με είδε άρχισε να κόβει βόλτες γύρω του γαυγίζοντας προς το μέρος μου για βοήθεια. Αυτό ήταν, σαν να μου τράβηξαν το χαλί κάτω από τα πόδια, αισθάνθηκα λίγος, ασήμαντος, πανικοβλήθηκα… Και τώρα τι κάνουν; Πήρα αμέσως τηλέφωνο το φίλο μου να έρθει με το τζιπ να τον φορτώσουμε και να τον πάμε κάπου. Κάπου που; Κτηνίατρο που να γνώριζα καλά δεν είχα ακόμη στην Αθήνα, μόλις που άρχιζα να προσαρμόζομαι ξανά εδώ και δεν είχε χρειαστεί ως τώρα. Ευτυχώς με τα πολλά, ο φίλος πήρε φίλη που πήρε κτηνίατρο και περάσαμε και την πήραμε. Η διάγνωση σαφής και προφανής: το σκυλί έπρεπε να μεταφερθεί στο ιατρείο. Δύο άνθρωποι με το ζόρι καταφέραμε να σηκώσουμε ένα ζώο 30 κιλών. Είχε γίνει μολύβι και νόμιζες ότι ζυγίζει άλλο τόσο.

Οι ώρες που πέρασα στο ιατρείο μαζί του θα μείνουν χαραγμένες στη μνήμη μου για πάντα. Αυτός ξαπλωμένος κι ανήμπορος να σηκωθεί μ’ έναν ορό στο ποδαράκι του, να κλαίει όποτε ένιωθε πόνο κι εγώ το μόνο που μπορούσα να του δώσω ήταν ένα χάδι, ένα φιλί και η αίσθηση ότι είμαι δίπλα του.

Είχε πρόβλημα στα νεφρά σίγουρα και περιμέναμε τις εξετάσεις μέχρι την Τετάρτη το απόγευμα για να δούμε τι ακριβώς συμβαίνει. Οι στιγμές που ήμουν μαζί του την Τετάρτη με έκαναν να νιώσω λίγο πιο δυνατός και σημαντικός, τουλάχιστον για αυτόν. Το βλέμμα του όταν τον χάιδευα ή όταν ο πόνος του γινόταν αβάσταχτος και με έψαχνε στον χώρο με έκαναν να αισθάνομαι σημαντικός. Γιατί άλλο φάρμακο για τον πόνο δεν γινόταν να πάρει – θα του κατάστρεφε εντελώς τα νεφρά. Όταν κατάφερε να κατουρήσει γύρω στο μεσημέρι θέλησα να βγω να το πω στον κόσμο όλο, μου φάνηκε κάπως σαν ν’ ακούς το κλάμα νεογέννητου παιδιού…

Κι εκεί κάπου αναθάρρησα, με τις απογευματινές εξετάσεις δε, ακόμη περισσότερο. Οι πιθανότητες ήταν πάνω από μισές να το ξεπεράσει με την κατάλληλη αγωγή. Αφού τον τακτοποιήσαμε, καθαρίσαμε, γυρίσαμε να μην πιαστεί και διασωληνώσαμε, φύγαμε με μια αίσθηση αισιοδοξίας για πρώτη φορά.

Πέμπτη πρωί δεν έβλεπα την ώρα να ανοίξει το ιατρείο να τον δω. Κάναμε μάλιστα προβλέψεις ότι μπορεί και να έχει σηκωθεί, κάτσει στα πόδια του και άλλα σενάρια. Με το που ανοίξαμε την πόρτα το βλέμμα της γιατρού τα έλεγε όλα: δεν τα κατάφερε. Η στιγμή του αποχαιρετισμού ήταν από τις δυσκολότερες της ζωής μου. Οικτίρω τον εαυτό μου που δεν άφησε την τελευταία του πνοή στην αγκαλιά μου. Ένιωσα ακόμη πιο λίγος, ευάλωτος και φυσικά μείον ένα. Είναι απίστευτα δυνατή η πρωτόγονη μνήμη και αίσθηση του θανάτου που κουβαλάμε. Και δεν αντιμετωπίζεται εύκολα η ρημάδα.

Το μόνο που ήθελα αφού του ευχήθηκα καλό δρόμο στην ψυχούλα του ήταν να πάω σπίτι, να σφτιχταγγαλιάσω το κορίτσι μου, να του πω τα άσχημα τα νέα. Κι αυτό έκανα, μόνο που δεν μπόρεσα να το κάνω με ψυχραιμία, τα δάκρυα κύλησαν όταν της το έλεγα, κι αυτή με κοιτούσε με απορία γλύφοντας τα δάκρυά μου.

Καλό ταξίδι αγόρι μου, θα είσαι πάντα στην καρδιά μου…

9/3/07

Περί οργασμού...

Ο ψεύτικος γυναικείος οργασμός είναι απλά η αφορμή για τις παρακάτω σκέψεις μου. Μου τον θύμισε πρόσφατη ελληνική διαφήμιση που σαφώς κοπιάρει τον αξεπέραστο οργασμό της γλυκιάς Μεγκ Ράϊαν σε κατάμεστο εστιατόριο. Οκ οι γυναίκες μπορούν άνετα να προσποιηθούν ένα οργασμό σε αντίθεση με τους άντρες (που θέλοντας και μη ο κόπος μας φαίνεται...).

Είναι όμως γενικότερα όντα που μπορούν να κάνουν το ψεύτικο να φαίνεται τόσο απίστευτα αληθινό; Και γιατί όποιος άντρας μπορεί να καλύπτει υπέροχα τα ψέματα που λέει είναι είτε αδελφή είτε λένε ότι έχει γυναικείο μυαλό;

Το ψέμα είναι σίγουρα τέχνη και πέρα από το κατά συνθήκη (ή αναγκαίο) υπάρχει το άλλο που από ένα σημείο και μετά γίνεται συνήθεια, βιώμα και εν τέλει αναπόσπαστο κομμάτι του χαρακτήρα.

Γνωρίζω ανθρώπους που τα λένε ενώ έχουν την επίγνωση ότι όλοι οι υπόλοιποι καταλαβαίνουμε ότι τα λένε και είναι ευχάριστο σαν γεγονός (συνήθως γελάει κι ο ίδιος όταν λέει το ψέμα). Υπάρχουν άλλοι που το κάνουν όμως με απίστευτη τεχνική και μένεις άφωνος με αυτά που σου αραδιάζει, λες κι έχουν τελειώσει σχολή ψέματος ένα πράγμα.

Τώρα γιατί γράφω τέτοιες σαχλαμάρες και τι μ' έπιασε ξαφνικά με το ψέμα; Μάλλον βαρέθηκα να το λαμβάνω σε κάθε του μορφή και προτιμώ την ντομπροσύνη: αν έχεις κάτι μαζί μου έλα και πες το μου κατάμουτρα και μη βάζεις τρίτους, μέσα, τρικλοποδιές και άλλα δήθεν - πλάγια - και δεν ξέρω τι άλλη αηδία σκεφτείς για να μου τη φέρεις.

Και κυρίως: μη δικαιολογείς τον εαυτό σου ότι δήθεν τα κάνεις όλα αυτά για να προστατέψεις είτε εμένα είτε τον άλλο. Τα είπα και ξέσπασα...

Άντε καλό Σαββατοκύριακο και καλούς αληθινούς οργασμούς σε όλους

5/3/07

Της Ιεράς Οδού...

Είμαστε όμως πολύ γλεντζέδικος λαός, δεν μπορώ να πω. Κλαιγόμαστε για την ακρίβεια, για το πόσο δύσκολα τα βγάζουμε πέρα, αλλά τη διασκέδασή μας δε τη χαλάμε με τίποτα. Χθες βράδυ λοιπόν σε ένα μαγαζί στην Ιερά Οδό (δε λέω ποιο, μην κάνω και κίτρινη διαφήμιση) μετά του κολλητού από Κρήτη και του φίλου του από Τουρκία (mixed παρέα, δε λέω), παρακολούθησα - και συμμετείχα, δια τι να το κρύψουμε άλλωστε; - για άλλη μια φορά το μεγαλείο της ελληνικής ψυχής.

Μετά λοιπόν την χλιαρή υποδοχή των τριτο-τέταρτων ονομάτων κι ενώ ο κόσμος μόλις τελείωνε το φαγητό του έσκασε μύτη η δεύτερη φίρμα και το πράγμα ζωντάνεψε για τα καλά. Τραγούδι, χορευτικά, σκηνικά, έτσι για να αρχίσει να χρυσώνει το χάπι των 220 € ανά μποτίλιας…

Ε, όταν βγήκε και το πρώτο όνομα έγινε πλέον το έλα να δεις. Χορός επί τραπεζιών, διαδρόμων κι αργότερα επί σκηνής, ηλικίες από 7 έως 97 (αλήθεια, τώρα που το σκέφτομαι εγώ σε μεγάλη πίστα πρέπει να πρωτοπήγα στα φοιτητικά μου χρόνια, τόσο μικρά παιδιά πως τα σέρνουν σε τέτοια μέρη και τέτοιες ώρες, τέλος πάντων), όλοι να θέλουν να βγάλουν μια φωτογραφία μέσω κινητού με τον αγαπημένο / η τους καλλιτέχνη.

Δε λέω, καλά ήταν κι ας σέρνομαι σήμερα στη δουλειά – βλέπετε θέλαμε και συνέχεια και κατέληξα στο κρεβάτι κατά τις 5.00 π.μ., μετά από 2 μπουκαλάκια ουίσκι και κάμποσα σφηνάκια…

Καλή βδομάδα και … πάντα ν’ ανταμώνουμε και να ξεφαντώνουμε

1/3/07

Η Άνοιξη μας μπήκε....

Καλό μήνα και καλή Άνοιξη (έτσι να αρχίσω με ευχές μπας και πάει καλά).

Και τώρα η γκρίνια της μέρας:

Όταν εργάζεται σ’ ένα χώρο με 7 γυναίκες που βρίσκονται, άλλες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, άλλες πλησίον εμμηνόπαυσης, άλλες δεν έχουν βγει απ’ τ’ αβγό τους και το παίζουν τσαμπουκάδες, εσένα πια είναι η θέση σου;

Η δική μου πάντως ποικίλλει από πατρική (για τις πιτσιρίκες, όταν δεν γίνονται παράλογες), βρίζοντας (τις πλησίον εμμηνόπαυσης, γιατί τους προσθέτει έναν άλλο λόγο να έχουν εξάψεις και ξεχνούν το πρόβλημά τους) ή συμπάσχοντας (στις πλησίον νευρικού κλονισμού γιατί εκεί θα καταλήξω αργά ή γρήγορα).

Όταν δε, έχεις κι ένα περίπου τόνο χαρτούρα να περάσει από τα χεράκια σου και να μηχανογραφηθεί (δίκαιο που είχε η γιαγιά μου: "ο κομπιούτερας παιδάκι μου είναι διαβολικό πράμα"), τότε λες: βρε δεν πάτε όλα να φρεσκαριστείτε και να με παρατήσετε.

Που θέλω να καταλήξω; Έλα μου ντε! Δε μου φτάνει το εργασιακό πήξιμο, πρέπει να το παίζω κι ο κοινωνικός λειτουργός / ψυχοθεραπευτής καθενός αναξιοπαθούντα εδώ μέσα …

Φτάνει η γκρίνια όμως, έξω έχει μια υπέροχη μέρα, το ΠΣΚ (όχι το ΠΑΣΟΚ μπρε, το Παρασκευοσαββατοκύριακο εννοώ σε όσους δεν έχουν κάνει τη θητεία τους) προβλέπετε super κι εγώ θα κάνω τώρα ένα reset (επανεκκίνηση ελληνιστί) για να συνέλθω.